Η ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΡΡΙΨΗΣ & Η ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΙΚΗ ΣΤΑΘΕΡΟΤΗΤΑ

 


Η ΨΥΧΟΔΥΝΑΜΙΚΗ ΤΗΣ ‘ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΙΚΗΣ ΣΤΑΘΕΡΟΤΗΤΑΣ’ ΣΤΙΣ ΣΧΕΣΕΙΣ ΚΑΙ Η ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΦΟΒΟΥ ΤΗΣ ΑΠΟΡΡΙΨΗΣ

 

Του Παναγιώτη Νούνη & της Ιωάννας Κατσιμίγα

Σύμβουλοι ψυχικής υγείας

 

 

Aντικειμενική Σταθερότητα (ή ‘Σταθερότητα του Αντικειμένου’): η Κατανόηση του Φόβου της Απόρριψης και της Οριακής Διαταραχής της Προσωπικότητας

 

Παρόλο που οι αμφιθυμικές συμπεριφορές στις εν εξελίξει και τρέχουσες στενές σχέσεις μας φαίνεται να προκαλούνται από τον/την σύντροφό μας,  στην πραγματικότητα οι εν λόγω συμπεριφορές φαίνεται να είναι αποτέλεσμα παλιών (ασυνείδητων) φόβων που κουβαλάμε από την παιδική μας ηλικία.

Το άγχος είναι ένα φυσιολογικό μέρος της ύπαρξης μιας στενής σχέσης. Συνήθως έρχεται σε δύο μορφές: (1) τον φόβο της απόρριψης (ή της εγκατάλειψης) και (2) τον φόβο της κατάρρευσης (ή του σχεσιακού καταποντισμού και αφανισμού της προσωπικότητας). Το πρώτο μέρος μας ανησυχεί διότι θεωρούμε ότι αν βουτήξουμε στον έρωτα και την αγάπη, θα βιώσουμε (αργά ή γρήγορα) την απόρριψη. Από την άλλη πλευρά, στο δεύτερο μέρος, φοβόμαστε ότι αν κάποιος/α σύντροφος μας πλησιάσει πολύ, θεωρούμε ότι σε κάποια φάση θα καταρρεύσουμε ή δεν θα μπορέσουμε ποτέ να (ξε)φύγουμε από την σχέση.

Αυτό το άρθρο επικεντρώνεται στο φόβο της απόρριψης, ο οποίος κατά κόρον θα μπορούσε να εμφανιστεί ως ένα παρατεταμένο αίσθημα ανασφάλειας, με αδιάκριτες και συγκεχυμένες σκέψεις, κενότητα εαυτού, ασταθής αίσθηση του εαυτού, προσκόλληση, αναγκαιότητα, ακραίες διακυμάνσεις της διάθεσης καθώς και συχνές συγκρούσεις εντός των σχέσεων. Από την άλλη πλευρά, κάποιος μπορεί επίσης να αντιμετωπίσει απόλυτα την σχεσιακή απόρριψη και την εγκατάλλειψη και να γίνει συναισθηματικά μουδιασμένος/η.

Οι Νευροεπιστήμονες έχουν ανακαλύψει ότι η ανταπόκριση των γονιών μας στις συμπεριφορές μας που αναζητούν την προσκόλληση, ειδικά κατά τα δύο πρώτα χρόνια της ζωής μας, κωδικοποιεί το μοντέλο του κόσμου μας. Εάν ως βρέφη, έχουμε υγιείς αλληλεπιδράσεις προσκόλλησης με έναν συντονισμένο, διαθέσιμο και συνεπή φροντιστή, τότε, θα μπορέσουμε να αναπτύξουμε ένα αίσθημα ασφάλειας και εμπιστοσύνης. Εάν οι γονείς μας ήταν σε θέση να ανταποκριθούν στις άμεσες ανάγκες μας για σίτιση και άνεση τις περισσότερες φορές, τότε, θα εσωτερικεύαμε το μήνυμα ότι ο κόσμος είναι ένα φιλικό μέρος, και όταν έχουμε μια άμεση ανάγκη, κάποιος θα έρθει και θα μας βοηθήσει. Θα μαθαίναμε επίσης να ηρεμούμε σε περίοδο θλίψεων και στενοχώριας, και όλη αυτή η προσέγγιση θα διαμορφώνει την  ψυχική ανθεκτικότητά μας ως ενήλικες.

Αν, αντίθετα, το μήνυμα που μας δόθηκε ως βρέφος ήταν ότι ο κόσμος είναι ανασφαλής και ότι δεν μπορούμε να βασιστούμε στους ανθρώπους, τότε μάλλον θα επηρεάσει την ικανότητά μας να αντέχουμε στην αβεβαιότητα, τις απογοητεύσεις και τα σχεσιακά σκαμπανεβάσματα.

 

Η ‘Αντικειμενική Σταθερότητα’ ή η ‘Σταθερότητα του Αντικειμένου

Οι περισσότεροι άνθρωποι μπορούν να ανεχθούν σε κάποιο βαθμό κάποιου είδους μιας σχεσιακής ασάφειας και να μην αναλωθούν εντελώς ανησυχώντας υπερβολικά για μιά ενδεχόμενη απόρριψη.

Όταν μαλώνουμε με τα αγαπημένα μας πρόσωπα, μπορούμε αργότερα να ανακάμψουμε από το αρνητικό γεγονός. Όταν δεν είναι φυσικά δίπλα μας, έχουμε μια υποκείμενη (εσωτερική) εμπιστοσύνη ότι μας σκέφτονται. Όλα αυτά συμπεριλαμβάνουν κάτι που ονομάζεται ‘αντικειμενική σταθερότητα’, όπερ σημαίνει εκείνην την ψυχική ικανότητα και ψυχολογική ανθεκτικότητα να διατηρείται ένας συναισθηματικός δεσμός με τους άλλους ακόμη και όταν υπάρχει απόσταση ή και συγκρούσεις.

Η αντικειμενική σταθερότητα προέρχεται από την έννοια της αντικειμενικής μονιμότητας (είτε η μονιμότητα του αντικειμένου)  η οποία πρόκειται για μια γνωστική ικανότητα που αποκτούμε σε ηλικία περίπου 2 έως 3 ετών.

Αντικειμενική σταθερότητα ή η μονιμότητα του αντικειμένου είναι: η κατανόηση ότι τα αντικείμενα συνεχίζουν να υπάρχουν ακόμη και όταν δεν μπορούν να φανούν, να αγγιχτούν ή να τα αισθανθούν με κάποιο τρόπο.

Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο τα μωρά αγαπούν το ‘peekaboo’ (‘κούκου τσά!’), εκείνο το παιγνίδι όταν κρύβετε το πρόσωπό σας και νομίζουν ότι παύει να υπάρχει. Σύμφωνα με τον ψυχολόγο Piaget, ο οποίος εμπνεύστηκε την εν λόγω ψυχοδυναμική θεωρία, η εν λόγω επίτευξη της σταθερότητας του αντικειμένου είναι ένα αναπτυξιακό ορόσημο στην επιστήμη της Ψυχολογίας.

Η αντικειμενική σταθερότητα είναι μια ψυχοδυναμική έννοια και θα μπορούσαμε να τη θεωρήσουμε ως τη συναισθηματική ισοδυναμία της αντικειμενικής μονιμότητας. Για να αναπτύξουμε αυτήν την ικανότητα, ωριμάζουμε στην κατανόηση ότι ο φροντιστής/τρια μας είναι ταυτόχρονα μια αγαπημένη παρουσία και ένα ξεχωριστό οικείο άτομο που θα μπορούσε ανά πάσα στιγμή να απομακρυνθεί. Αντί να χρειαζόμαστε να είμαστε συνέχεια μαζί τους, διατηρούμε μια «εσωτερική εικόνα» της αγάπης και της φροντίδας των γονιών μας. Έτσι, ακόμη και όταν βρίσκονται προσωρινά μακριά μας, εξακολουθούμε να αντιλαμβανόμαστε ότι αγαπιόμαστε και υποστηριζόμαστε.

Στην ενήλικη ζωή, η αντικειμενική σταθερότητα μας επιτρέπει να εμπιστευόμαστε ότι ο δεσμός μας με τους αγαπημένους μας ανθρώπους, παραμένει ακέραιος, ακόμη και όταν δεν είναι κοντά μας με καθημερινή φυσική παρουσία, επικοινωνούν με το τηλέφωνο, απαντούν στα μηνύματα και ιμέιλ μας ή ακόμη και μας απογοητεύουν για διάφορα ζητήματα. Με την αντικειμενική σταθερότητα απουσία δεν σημαίνει εξαφάνιση, απόρριψη ή εγκατάλειψη, παρά μόνο μία προσωρινή απόσταση.

Είναι γεγονός ότι κανένας γονιός δεν θα μπορούσε να είναι διαθέσιμος και συντονισμένος στο 100% των περιπτώσεων, έτσι όλοι υποφέρουμε τουλάχιστον κάποιους μικρούς μώλωπες και ψυχικούς τραυματισμούς στην βίαιη εκμάθηση του (από)χωρισμού και της εξατομίκευσης. Ωστόσο, όταν κάποιος είχε βιώσει σοβαρότερο ψυχικό τραύμα πρώιμης ή και προφορικής προσκόλλησης, είχε εξαιρετικά ασυνεπείς ή συναισθηματικά μη διαθέσιμους φροντιστές/τριες ή μια χαοτική ανατροφή, η συναισθηματική του ανάπτυξη μπορεί να είχε σταματήσει σε μία λεπτή ηλικία και δεν είχε ποτέ την ευκαιρία να αναπτύξει την αντικειμενική σταθερότητα.

Η έλλειψη της αντικειμενικής σταθερότητας βρίσκεται στο επίκεντρο των χαρακτηριστικών της οριακής διαταραχής της προσωπικότητας. Για τα ανασφαλή και προσκολλημένα άτομα, κάθε είδους απόσταση, ακόμη και μία σύντομη και καλοήθης απόσταση, τα ωθεί να βιώσουν ξανά τον αρχικό πόνο του να μείνουν μόνοι, να απορριφθούν ή να τα περιφρονήσουν. Ο φόβος τους θα μπορούσε να πυροδοτήσει τρόπους αντιμετώπισης της επιβίωσης, όπως η άρνηση, η προσκόλληση, η αποφυγή και η απόρριψη άλλων, η επίθεση στις σχέσεις ή το κλασικό πρότυπο των σαμποτάζ των σχέσεων για την αποφυγή μιας ενδεχόμενης μελλοντικής απόρριψης.

Χωρίς αντικειμενική σταθερότητα, κάποιος τείνει να σχετίζεται με τους άλλους ως «μέρη» και όχι ως «ολόκληρα» άτομα. Ακριβώς όπως ένα παιδί που παλεύει να κατανοήσει τη μητέρα ως ένα πλήρες άτομο που άλλοτε ανταμείβει και άλλοτε απογοητεύει, αγωνίζονται να διατηρήσουν την ψυχική ιδέα ότι τόσο οι εαυτοί τους όσο και οι εαυτοί μας έχουμε τόσο καλές όσο και κακές όψεις. Μπορεί να βιώνουν σχέσεις ως αναξιόπιστες, ευάλωτες και σε μεγάλο βαθμό εξαρτημένες από τη διάθεση της στιγμής. Δεν φαίνεται να υπάρχει κάποια συνέχεια στον τρόπο που βλέπουν τον σύντροφό τους αφού αλλάζει από στιγμή σε στιγμή και είναι είτε καλός είτε κακός.

Χωρίς τη δυνατότητα να βλέπουμε τους ανθρώπους ολόκληρους και σταθερούς, καθίσταται δύσκολο να προκληθεί εκείνη η αίσθηση της παρουσίας του αγαπημένου μας όταν  βέβαια δεν είναι φυσικά παρόντες. Η αίσθηση ότι μένουν μόνοι τους μπορεί να γίνει τόσο ισχυρή και συντριπτική που προκαλεί ωμές, έντονες και μερικές φορές παιδιάστικες αντιδράσεις. Όταν ενεργοποιείται ο φόβος της εγκατάλειψης, στην εξέλιξη η ντροπή και η αυτό-κατηγορία ακολουθούν στενά, αποσταθεροποιώντας περαιτέρω τα συναισθήματα του ανήσυχου ατόμου.

Επειδή, η προέλευση αυτών των έντονων αντιδράσεων δεν ήταν πάντα συνειδητή, θα φαινόταν σαν να ήταν "παράλογες" ή "ανώριμες". Στην πραγματικότητα, αν τα θεωρήσουμε σαν να ενεργούν από ένα μέρος καταπιεσμένου ή διαχωρισμένου τραύματος και σκεφτούμε πώς ήταν για ένα παιδί 2 ετών να μένει μόνο του με έντονο φόβο, οργή και η απελπισία ή να βρίσκεται με έναν ασυνεπή φροντιστή/τρια, θα είχε νόημα.

 

Θεραπεία από το Κενό

Ένα μεγάλο μέρος της ανάπτυξης της αντικειμενικής σταθερότητας είναι να έχουμε την ικανότητα να κρατάμε παράδοξα στο μυαλό μας. Με τον ίδιο τρόπο που ο/η φροντιστής/τρια που μας ταΐζει είναι και αυτός/ή που μας απογοητεύουν, πρέπει να καταπιαστούμε με την αλήθεια ότι καμία σχέση ή άνθρωποι δεν είναι όλοι καλοί ή όλοι κακοί.

Εάν μπορούμε να κρατήσουμε τόσο τα ελαττώματα όσο και τις αρετές στον εαυτό μας και στους άλλους, δεν θα χρειαστεί να καταφύγουμε στην πρωτόγονη άμυνα του «διαχωρισμού» ή της σκέψης του μαύρου ή του άσπρου.

Δεν χρειάζεται να υποτιμήσουμε τον/την σύντροφό μας γιατί μας έχει απογοητεύσει εντελώς. Θα μπορούσαμε επίσης να συγχωρήσουμε τον εαυτό μας αλλά και τον/την ίδιο/α.

Επειδή δεν είμαστε τέλειοι όλη την ώρα δεν σημαίνει ότι είμαστε εντελώς ελαττωματικοί ή ανάξιοι του έρωτα, της φιλίας και της αγάπης.

Ο/η σύντροφος μας θα μπορούσε να είναι μετρημένος (ή αυστηρός) αλλά και αρκετά καλός ταυτόχρονα.

Θα μπορούσαν να μας αγαπούν και να μας θυμώνουν ταυτόχρονα.

Ίσως χρειαστεί μερικές φορές να απομακρυνθούν από εμάς, αλλά τα θεμέλια της σχέσεως να παραμένουν σταθερά.

Ο φόβος της εγκατάλειψης (ή της απόρριψης) είναι πανίσχυρος γιατί φέρνει πίσω το βαθύ ψυχικό τραύμα που κουβαλάμε απ΄ όταν ήμασταν μικρά παιδιά, ρίχνοντάς μας σε αυτόν τον κόσμο ως ανήμπορα όντα, εξαρτώμενα εντελώς από τους γύρω μας. Πρέπει όμως, σήμερα, να αναγνωρίσουμε ότι οι φόβοι μας δεν αντικατοπτρίζουν πλέον την τρέχουσα πραγματικότητά μας. Αν και δεν υπάρχει ποτέ απόλυτη βεβαιότητα και ασφάλεια στη ζωή, είμαστε ενήλικες τώρα και έχουμε διαφορετικές επιλογές.

Ως ενήλικες, δεν θα μπορούσαμε πλέον να "εγκαταλειφθούμε" εάν μια σχέση τελειώσει, αφού θα είναι οι φυσικές συνέπειες ενός κακού συνδυασμού στις αξίες, τις ανάγκες και το μονοπάτι της ζωής δύο ανθρώπων.

Δεν θα μπορούσαμε πλέον να «απορριφθούμε» - γιατί η αξία της ύπαρξής μας δεν εξαρτάται από τις απόψεις και την γνώμη των άλλων.

Δεν μπορούσαμε πια να μας χειραγωγήσουν ή να μας εγκλωβίσουν σε μια όποιαδήποτε σχέση. Μπορούμε να πούμε όχι, να θέσουμε όρια ή και να φύγουμε.

Ως ανθεκτικός (ή διαλλακτικός) ενήλικας, θα μπορούσαμε να κοιτάξουμε το 2 μηνών/χρονών παιδάκι μέσα μας που πανικοβαλλόταν μη πέσει κάτω, όπου εκεί μαθαίνουμε να μένουμε συγκεντρωμένοι μέσα μας ακόμη και με το φόβο χωρίς να διαχωριζόμαστε. Με παρόμοιο τρόπο ως ενήλικες πλέον θα μπορούσαμε να διαχειριστούμε καλύτερα τα πράγματα και τις φοβίες μας, μπορούμε να μείνουμε σε σχέσεις μαζί με άλλους ακόμη και εν μέσω αβεβαιότητας, χωρίς βέβαια να προσπαθούμε να διαλύσουμε την σχέση και να προτάσσουμε συστηματικά τις υπεκφυγές και  τις άμυνες μας.

Αντί να κολλήσουμε εμμονικά σε μια αναζήτηση για το "κομμάτι που μας λείπει", (το «άλλο μας μισό») ας αναγνωρίσουμε εν τέλει τον εαυτό μας ως μία ολόκληρη και ολοκληρωμένη οντότητα.

Το τραύμα της παιδικής πτώσης καθώς και το ψυχικό τραύμα της παιδικής απόρριψης ή και εγκατάλλειψης μας από τους φροντιστές ή και από τους γονείς μας έχει περάσει η εποχή του ανεπιστρεπτί και μας δίνεται η ευκαιρία για μια νέα ζωή, για να αναδυθεί ένας νέος άνθρωπος.

 

Μετάφραση – Φιλολογική και επιστημονική επιμέλεια (Οκτώβριος 2021): του Παναγιώτη Νούνη και της Ιωάννας Κατσιμίγα, Σύμβουλοι Ψυχικής Υγείας & Συνεργάτες του Psycho-Logic.

 

Πηγή: Object Constancy: Understanding the Fear of Abandonment and Borderline Personality Disorder, Written by Imi Lo on August 16, 2018.

Σχόλια

Δημοφιλείς Αναρτήσεις